- προσμένω
- πρόσμεινα, αναμένω, ελπίζω, καρτερώ: Κι ακουμπισμένη σ' ένα παραθύρι... προσμένει το φτωχό καραβοκύρη (Πορφύρας).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
προσμένω — bide pres subj act 1st sg προσμένω bide pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμένω — (παρατατ. πρόσμενα) βλ. πίν. 178 (μόνο στον ενεστ. και παρατατ.) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
προσμενῶ — προσμένω bide fut ind act 1st sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμένω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. ποτιμένω Α 1. περιμένω με χαρά και ανυπομονησία κάποιον, ιδίως ένα πολύ αγαπητό πρόσωπο, καρτερώ («σε προσμένω πάντοτε / νύχτα κι αυγή και μέρα», Παλαμ.) 2. (σχετικά με ποθητές καταστάσεις ή γεγονότα) περιμένω ελπίζοντας,… … Dictionary of Greek
προσμένετε — προσμένω bide pres imperat act 2nd pl προσμένω bide pres ind act 2nd pl προσμένω bide imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμένῃ — προσμένω bide pres subj mp 2nd sg προσμένω bide pres ind mp 2nd sg προσμένω bide pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεινάντων — προσμένω bide aor part act masc/neut gen pl προσμένω bide aor imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεμενηκότα — προσμένω bide perf part act neut nom/voc/acc pl προσμένω bide perf part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμεμένηκεν — προσμένω bide perf ind act 3rd sg προσμένω bide plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσμενεῖ — προσμένω bide fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) προσμένω bide fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)